ανεργία, κορωνοϊός
2021-01-08
Οι αόρατοι/ες και οι ορατές προκλήσεις
Όχι απλά είναι παρόντες στην καθημερινή μας ζωή, αλλά είναι και στην πρώτη γραμμή. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας μας. Και όμως, πολλές φορές δεν τους βλέπουμε. Είναι αυτοί οι συμπολίτες μας των οποίων η εργασία και όσα δίνουν στην κοινωνία μας εκτιμήθηκε μόνον με το ξέσπασμα της πανδημίας: οδοκαθαριστές, ταχυδρόμοι, υπάλληλοι σουπερμάρκετ, κ.λπ.
O Δομήνικος-Κυριάκος Χρυσίδης είναι Συντονιστής της Περιφερειακής Οργάνωσης Εξωτερικού των Οικολόγων Πράσινων και Μέλος της Οικοτοπίας
Αν και τόσο αναγκαίοι για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας, αυτοί συνήθως βρίσκονται στην αφάνεια και μάλιστα μερικές φορές είναι στα όρια της φτώχειας με συμβόλαια μερικής απασχόλησης, χαμηλούς μισθούς, βραχυπρόθεσμες συμβάσεις, ευέλικτες ώρες εργασίας. Αυτά είναι εργαλεία που επιτρέπουν στην κοινωνία μας να επωφεληθεί από τη δουλειά τους, χωρίς όμως να τους προσφέρει επαρκή προστασία.Υπάρχουν και ζωές που είναι ακόμη πιο αόρατες, άνθρωποι που ουσιαστικά αποκλείονται από το σύστημα κοινωνικής προστασίας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι άστεγοι, άτομα «χωρίς χαρτιά», όσοι εργαζόνται χωρίς συμβόλαια, και ακόμη ένα μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας μας, οι άνεργοι και ανασφάλιστοι.
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η
Eurostat, η Στατιστική Υπηρεσία της ΕΕ, το ποσοστό ανεργίας στην ευρωζώνη από 7,4% τον Οκτώβριο του 2019, αυξήθηκε στο 8,4% τον Οκτώβρη του 2020. Στην χώρα μας, τα ποσοστά των ανέργων παραμένουν σχετικά στα ίδια επίπεδα με πέρυσι με μια μικρή κάθοδο: η ανεργία έφτασε το 16,8% (771.000 άτομα) τον Αύγουστο του 2020 (τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για Ελλάδα), σε σύγκριση με 16,9% (800.000 άτομα) τον Αύγουστο του 2019. Όμως, η κρίση του κορωνοϊού ανέδειξε τις ήδη υπάρχουσες και έντονες ανισότητες στην χώρα μας, ανισότητες ανά φύλο, ηλικία, περιφέρεια. Χαρακτηριστικά, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (20%) παραμένει σταθερά υψηλότερο από εκείνο των άνδρών (13,1%). Η ανεργία των νέων από 34,5% τον Αύγουστο του 2019, αυξήθηκε σε 39,3% τον Αύγουστο του 2020.
Ακόμη, περισσότερα από 476.000 άτομα παραμένουν μακροχρόνια άνεργοι, δηλαδή άνεργοι για διάστημα άνω των 12 μηνών, συμπολίτες μας που έχουν λιγότερες πιθανότητες να ξαναβρούν δουλειά και διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας. Πλέον, λόγω κορωνοϊού, σύμφωνα με την Eurostat, όσοι είναι σε αναστολή μικρότερη των 3 μηνών ή εάν λαμβάνουν άνω του 50% των αποδοχών τους, θεωρούνται απασχολούμενοι, χωρίς αυτό να σημαίνει οτι δεν διατρέχουν τον κίνδυνο σχετικής φτώχειας. Καθώς πολλές μικρές επιχειρήσεις στη χώρα κλείνουν τα ταμεία τους μετά τα Χριστούγεννα με μόνο το 10% του περσινού τους τζίρου, ο φόβος λουκέτου είναι προ των θυρών [1].
Οι προβλέψεις [2] της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι δυσοίωνες: η πανδημία ενδέχεται να αυξήσει το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, συγκεκριμένα απο το 7,9%, που αναμενόταν, θα αυξηθεί σε 9,4%, απο 88 σε 150 εκατομμύρια ανθρώπους μέχρι τα τέλη του 2021. Το ποσοστό του πληθυσμού της χώρας μας που ήταν στα όρια της φτώχειας [3] το 2019, περί το 30%, έχει μεγαλώσει και πιθανόν να μεγαλώσει κι άλλο.
Πολιτικές της Κυβέρνησης για την ενίσχυση των ευπαθών ομάδων και πολλών επαγγελματιών και κυρίως μέσα από το ευρωπαϊκό πακέτο στήριξης υποτίθεται οτι θα έδιναν μια πνοή ελπίδας. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, τα μέτρα στήριξης για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες ήταν ανεπαρκή [4], ενώ ξοδεύτηκαν άσκοπα 80 εκατομμύρια ευρώ, που θα μπορούσαν να ενταχθούν στην έκτακτη χρηματοδότηση των 800 ευρώ για επιστήμονες και ελεύθερους επαγγελματίες [5].
Οι «ενέσεις» «αλληλεγγύης», δεν πρέπει να μας ρίξουν «στάχτη στα μάτια». Η κρίση του ιού και οι επακόλουθες κρίσεις στο σύστημα υγείας και στην οικονομία, λειτουργούν ως καθρέφτης του εύθραυστου οικονομικού συστήματός μας, ενός συστήματος που δεν απαντά στις ανάγκες του ανθρώπου, αλλά στις επιταγές του κέρδους. Οι «ενέσεις» δεν μπορούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε οτι όλες οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις φέρουνε ευθύνη για τη δημιουργία μιας πιο ενωμένης, πιο ισότιμης και πιο ανθεκτικής Ελλάδας.
Αυτή η αποστολή είναι ακόμη πιο σημαντική στα πλαίσια της ψηφιακής επανάστασης και της κλιματικής αλλαγής, που θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερης κλίμακας κρίσεις στην οικονομία και κοινωνία, αν δεν είμαστε έτοιμοι. Πρέπει να αυξήσουμε την πίεση για τον σχεδιασμό και υλοποίηση πολιτικών που θα λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο την οικονομία, αλλά και την κοινωνία και το περιβάλλον, την μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία που θα είναι ανθεκτική σε κρίσεις, την προώθηση της κοινωνικής οικονομίας που απαντά σε τοπικές ανάγκες, την εφαρμογή περισσότερων τοπικών καταναλωτικών προτύπων, την σταδιακή κατάργηση των παλαιών ενεργειακών πηγών με μείωση της ενεργειακής φτώχειας, την ισότητα στη χρήση υπηρεσιών υγείας, την μεταρύθμιση της εκπαίδευσης για ουσιαστική παιδεία για όλους. Να πιέσουμε για μια δίκαιη μετάβαση στο αύριο.
Η ευθύνη πίεσης εναπόκειται σε όλους/ες όσους/ες τολμούν να δουν κατάματα τους αόρατους/ες συνανθρώπους μας και τις ορατές προκλήσεις. Σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να δουλέψουμε μαζί, να ανοιχτούμε στην κοινωνία, να προτείνουμε λύσεις. Όχι για να πάμε πίσω στην προ-κορωνοϊού «κανονικότητα», αλλά για μια καλύτερη Ελλάδα μετά τον κορωνοϊό, όπου δεν θα αποκλείεται κανείς και καμιά!